13. α. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 αντικαθίστανται ως εξής: «3. Για την προσφορά ή όχι διακεκριμένων υπηρεσιών αποφαίνεται, με πλήρως αιτιολογημένη γνώμη, εννεαμελής Επιτροπή, η οποία συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, αποτελούμενη από έναν (1) Ακαδημαϊκό ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, τέσσερις (4) προσωπικότητες των Γραμμάτων, των Τεχνών και των Επιστημών, έναν (1) υπάλληλο της Υπηρεσίας Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, τον Προϊστάμενο της καθ’ ύλη αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο οποίος μπορεί να αναπληρώνεται από τον Προϊστάμενο του οικείου Τμήματος, και δύο (2) προσωπικότητες, αναλόγως των οκτώ (8) κατηγοριών λογοτεχνών και καλλιτεχνών της προηγούμενης παραγράφου, μετά από πρόταση των συλλογικών τους φορέων, σε όσες περιπτώσεις υπάρχει συλλογική εκπροσώπηση.»
β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 αντικαθίσταται ως εξής :
«Η σύνταξη αυτή είναι μηνιαία, απονέμεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο δε αριθμός των προτεινομένων δικαιούχων που πραγματοποιείται στο τέλος κάθε έτους από την εννεαμελή Επιτροπή της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 δεν μπορεί να υπερβαίνει τους πέντε (5) ετησίως.»
γ. Οι περιπτώσεις α’, β’ και γ’ της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 αντικαθίστανται ως εξής :
«α. Να έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους ή το 50ό έτος εφόσον έχουν καταστεί ανίκανοι για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό ανικανότητας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω. Η ανικανότητα κρίνεται με γνωμάτευση της Ανωτάτης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής στην οποία παραπέμπεται ο αιτών από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού.
β. Να μη λαμβάνουν άλλη σύνταξη ίση ή μεγαλύτερη των επτακοσίων είκοσι (720) ευρώ από οποιονδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης.
γ. Ο μέσος όρος του εισοδήματος που έχει δηλωθεί συνολικά κατά τα τρία (3) προηγούμενα οικονομικά έτη από εκείνο που υποβάλλεται η αίτηση για συνταξιοδότηση να μην υπερβαίνει το ποσό των οκτώ χιλιάδων εξακοσίων σαράντα (8.640) ευρώ. Στο εισόδημα περιλαμβάνεται και αυτό που προκύπτει με βάση τις αντικειμενικές δαπάνες.
Επίσης, να έχει δηλωθεί με την οικεία δήλωση φορολογίας εισοδήματος εισόδημα από την άσκηση της δραστηριότητας λογοτέχνη ή καλλιτέχνη σε ένα οποιοδήποτε οικονομικό έτος πριν τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας ή του 50ού για όσους έχουν καταστεί ανίκανοι.»
δ. Οι διατάξεις των περ. α’ και β’ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 αντικαθίστανται ως εξής :
«5. α. Η μηνιαία σύνταξη της παρ. 1 του άρθρου αυτού ανέρχεται στο ποσό των επτακοσίων είκοσι (720) ευρώ.
β. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος λαμβάνει και άλλη σύνταξη μικρότερη των επτακοσίων είκοσι (720) ευρώ, η σύνταξη της παρ. 1 του άρθρου αυτού περιορίζεται τόσο, ώστε το άθροισμα των δύο συντάξεων να μην υπερβαίνει το ανωτέρω ποσό.»
Οι διατάξεις της περ. γ’ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 καταργούνται.
ε. Οι διατάξεις της περ. β’ της παρ. 10 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 αντικαθίστανται ως εξής:
«β. Η σύνταξη της παρ. 1 δεν μεταβιβάζεται. Δικαιώματα, που έχουν κριθεί με βάση τις αντικαθιστάμενες με την περίπτωση αυτή διατάξεις, παραμένουν ισχυρά.»
στ. Οι διατάξεις της περ. α’ της παρ. 13 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 καταργούνται.
ζ. Αιτήσεις που εκκρεμούν κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού σε οποιοδήποτε στάδιο ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 κρίνονται από την Επιτροπή αυτή μετά τη συγκρότησή της σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. α’ της παραγράφου αυτής. Όσες αιτήσεις έχουν κριθεί από την προαναφερόμενη Επιτροπή μέχρι την προηγουμένη της ημερομηνίας δημοσίευσης του νόμου αυτού διαβιβάζονται στην αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία και εξετάζει αυτές, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων της παραγράφου αυτής. Το ίδιο ισχύει και για τις αιτήσεις που εκκρεμούν στην αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
η. Από 1-1-2013 οι καταβαλλόμενες από το Δημόσιο στα ανωτέρω πρόσωπα συντάξεις αναπροσαρμόζονται οίκοθεν από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων, σύμφωνα με τις διατάξεις των περ. α’ και β’ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως τροποποιημένες με τις διατάξεις της ανωτέρω περίπτωσης δ’ ισχύουν.
θ. Όλες οι καταβαλλόμενες κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού στα ανωτέρω πρόσωπα συντάξεις επανακρίνονται από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων και, εφόσον δεν πληρούται η προϋπόθεση της διάταξης της.
Ν. 3075/2002 ΦΕΚ 297 τ.Α΄
Νόμος Ν. 3075/2002
Τροποποίηση και συμπλήρωση της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου και άλλες διατάξεις
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Άρθρο 1
Συνταξιοδότηση λογοτεχνών - καλλιτεχνών
1. Δικαίωμα σύνταξης από το Δημόσιο Ταμείο αποκτούν και οι ελληνικής υπηκοότητας ή Έλληνες το γένος λογοτέχνες και καλλιτέχνες, γενικά, που έχουν προσφέρει διακεκριμένες υπηρεσίες στην ανάπτυξη των γραμμάτων ή των τεχνών. Η σύνταξη αυτή είναι μηνιαία, και απονέμεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού.
2. Στην έννοια των λογοτεχνών και καλλιτεχνών της προηγούμενης παραγράφου περιλαμβάνονται:
α. Λογοτέχνες, μεταφραστές λογοτεχνίας και θεατρικών έργων, θεατρικοί συγγραφείς, δοκιμιογράφοι φιλοσοφικού και φιλολογικού δοκιμίου, ιστορικοί συγγραφείς - ιστοριογράφοι και σεναριογράφοι.
β. Εικαστικοί καλλιτέχνες, σκηνογράφοι, φωτογράφοι, σκιτσογράφοι και γελοιογράφοι.
γ. Μουσουργοί, αρχιμουσικοί και ερμηνευτές.
δ. Συνθέτες, στιχουργοί, ερμηνευτές ελληνικής μουσικής.
ε. Σκηνοθέτες, ηθοποιοί και λυρικοί καλλιτέχνες.
στ. Χορογράφοι και χορευτές και
ζ. Λαϊκοί καλλιτέχνες, ιδίως καραγκιοζοπαίχτες, ξυλόγλυπτες και καλλιτέχνες του κουκλοθέατρου, των μαριονέτων και της παντομίμας.
3. Για την προσφορά ή όχι διακεκριμένων υπηρεσιών αποφαίνεται, με πλήρως αιτιολογημένη γνώμη, εννεαμελής Επιτροπή η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού αποτελούμενη από έξι (6) προσωπικότητες των γραμμάτων, των τεχνών και των επιστημών, τον καθ` ύλην αρμόδιο Διευθυντή του Υπουργείου Πολιτισμού ο οποίος μπορεί να αναπληρώνεται από τον Προϊστάμενο του οικείου Τμήματος και δύο (2) προσωπικότητες, αναλόγως των επτά κατηγοριών λογοτεχνών και καλλιτεχνών της προηγούμενης παραγράφου, μετά από πρόταση των συλλογικών τους φορέων, σε όσες περι- πτώσεις υπάρχει συλλογική εκπροσώπηση. Καθήκοντα εισηγητή στην Επιτροπή ασκεί το οριζόμενο εκάστοτε από τον Πρόεδρο μέλος της Επιτροπής. Καθήκοντα Γραμματέων ασκούν υπάλληλοι του Υπουργείου Πολιτισμού ή εποπτευομένων από αυτό δημοσίων υπηρεσιών και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.
4. Για τη χορήγηση της σύνταξης της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά και οι εξής προϋποθέσεις:
α. Να έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους ή το 50ό έτος, εφόσον έχουν καταστεί ανίκανοι για την άσκηση οποιουδήποτε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό ανικανότητας 67% και άνω. Η ανικανότητα στην περίπτωση αυτή κρίνεται με γνωμάτευση της Ανωτάτης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής (Α.Σ.Υ.Ε.), στην οποία παραπέμπεται ο αιτών από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Πολιτισμού.
β. Να μη λαμβάνουν άλλη σύνταξη μεγαλύτερη αυτής της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, από οποιονδήποτε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης ή από το Δημόσιο, με εξαίρεση όσους λαμβάνουν πολεμική σύνταξη. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος λαμβάνει σύνταξη μικρότερη αυτής της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, δύναται με δήλωση του που υποβάλλεται εφάπαξ και δεν ανακαλείται να επιλέξει την καταβολή της μίας από τις δύο συντάξεις.
γ. Ο μέσος όρος του εισοδήματος που έχει δηλωθεί συνολικά κατά τα τρία προηγού μένα οικονομικά έτη, εκείνου που υποβάλλεται η αίτηση για συνταξιοδότηση, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και αυτό που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, να μην υπερβαίνει το 12πλάσιοτης μηνιαίας κύριας σύνταξης που αντιστοιχεί στην ίδια χρονική περίοδο σε πτυχιούχο δημόσιο υπάλληλο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με 35 έτη δημόσιας υπηρεσίας.
δ. Να προκύπτει ασφάλιση για κύρια σύνταξη ταυτόσημη με την ιδιότητα του λογοτέχνη ή καλλιτέχνη, για την οποία ζητά την απονομή τιμητικής σύνταξης, για ένα πλήρες έτος, καθώς και δηλωθέν εισόδημα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. από την ίδια δραστηριότητα κατά ένα οποιοδήποτε οικονομικό έτος πριν τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ού) έτους της ηλικίας ή του πεντηκοστού (50ού) για όσους έχουν καταστεί ανίκανοι.
5. Η μηνιαία σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ανέρχεται στο 80% του βασικού μισθού του 1 ου μισθολογικού κλιμακίου του Ν. 2470/1997 (ΦΕΚ 40 Α`), όπως αυτός ισχύει κάθε φορά.
6. Οι ενδιαφερόμενοι λογοτέχνες και καλλιτέχνες με τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας τους ή του 50ού, κατά περίπτωση, υποβάλλουν στο Υπουργείο Πολιτισμού αίτηση για απονομή σύνταξης μαζί με τα στοιχεία εκείνα που θα αξιολογηθούν από την Επιτροπή της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, αναφορικά με την προσφορά των υπηρεσιών τους.
7. Για εκείνες από τις ανωτέρω αιτήσεις που θα κριθούν θετικά από την Επιτροπή σχηματίζεται φάκελος, στον οποίο περιλαμβάνεται η αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής και γραπτή η εισήγηση του εισηγητή που έχει ορισθεί για την υπόθεση, ο οποίος συμπληρώνεται από τους ενδιαφερόμενους με τα κατωτέρω δικαιολογητικά:
α. Πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης.
β. Εκκαθαριστικά σημειώματα του φόρου εισοδήματος των τριών προηγούμενων οικονομικών ετών εκείνου που υποβάλλεται η αίτηση, καθώς και όμοιο παρελθόντος έτους από το οποίο να προκύπτει εισόδημα από τη δραστηριότητα που επικαλείται για απονομή τιμητικής σύνταξης σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου αυτού.
γ. Υπεύθυνη δήλωση του από την οποία να προκύπτει ότι έχει ασφαλιστεί σε ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης. Η δήλωση του αυτή θα συνοδεύεται και με βεβαίωση του οικείου φορέα από την οποία θα προκύπτει η ιδιότητα με την οποία έχει ασφαλιστεί.
δ. Βεβαίωση του οικείου ασφαλιστικού φορέα κύριας ασφάλισης για το ύ ψος της τυχόν δίκαιου μενης σύνταξης και εφόσον αυτή είναι μικρότερη από τη σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, με τη δήλωση της προηγούμενης περίπτωσης θα δηλώνεται η επιλογή που προβλέπεται από τη διάταξη της περίπτωσης β` της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού.
ε. Γνωμάτευση της Α.Σ.Υ.Ε., όπου απαιτείται.
8. Ο ανωτέρω φάκελος διαβιβάζεται στην αρμόδια διεύθυνση συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, για τη διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων. Η εν λόγω διεύθυνση συντάσσει σχέδιο κοινής απόφασης το οποίο αποστέλλεται για υπογραφή στους συναρμόδιους Υπουργούς. Σε περίπτωση που δεν συντρέχουν μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, η ανωτέρω διεύθυνση, το αργότερο σε ένα εξάμηνο από την ημερομηνία που περιήλθαν τα σχετικά δικαιολογητικά στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, εκδίδει πράξη η οποία κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο.
9. Η καταβολή της σύνταξης αρχίζει από την πρώτη του επόμενου μήνα εκείνου που υποβάλλεται η αίτηση στο Υπουργείο Πολιτισμού και υπόκειται σε κράτηση 4% για υγειονομική περίθαλψη και στις λοιπές κρατήσεις στις οποίες υποβάλλονται οι συντάξεις του Δημοσίου.
10. α. Οι δικαιούχοι της σύνταξης του άρθρου αυτού δικαιούνται σύμφωνα με τα ισχύοντα για τους πολιτικούς συνταξιούχους του Δημοσίου, από την ημερομηνία συνταξιοδότησης τους: i) υγειονομική περίθαλψη του Δημοσίου και ii δώρα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και την πρόσθετη μισή σύνταξη. Μετά το θάνατο του δικαιούχου στην οικογένεια καταβάλλονται έξοδα κηδείας σύμφωνα με όσα ισχύουν για τους πολιτικούς συνταξιούχους του Δημοσίου.
β. Στους δικαιούχους των συντάξεων αυτών δεν καταβάλλεται η οικογενειακή παροχή, λόγω γάμου και τέκνων.
11. Όλες οι μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταβαλλόμενες συντάξεις με βάση τις διατάξεις του Ν.Δ. 214/1973 και του Ν. 2435/1996 συνεχίζουν να καταβάλλονται σύμφωνα με όσα ορίζονται στις διατάξεις αυτές, κατά περίπτωση, σε συνδυασμό και με τις όμοιες της παραγράφου 7 του άρθρου 4 του Ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α`).
12. α. Για τα θέματα που δε ρυθμίζονται από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, (Π.Δ. 166/2000, ΦΕΚ 153 Α`) όπως κάθε φορά ισχύουν, με εξαίρεση τις διατάξεις του άρθρου 54 του Κώδικα αυτού.
β. Ειδικά για τη μεταβίβαση των συντάξεων του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των περιπτώσεων β` και γ` της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού και προκειμένου για τα τέκνα και οι διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, που ισχύουν για την ίδια αιτία, για τέκνα δημοσίων υπαλλήλων που έλκουν το δικαίωμα από γονείς που διορίστηκαν στο Δημόσιο για πρώτη φορά μετά την 1η Ιανουαρίου 1983.
13. α. Κάθε άλλη διάταξη, που προβλέπει τη χορήγηση τιμητικών συντάξεων, από το Δημόσιο, καταργείται.
β. Αιτήσεις για χορήγηση τιμητικών συντάξεων που έχουν υποβληθεί στο Υπουργείο Πολιτισμού μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο, κρίνονται με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού, με εξαίρεση αυτές για τις οποίες έχει γνωμοδοτήσει η αρμόδια Επιτροπή συνταξιοδότησης συγγραφέων και καλλιτεχνών του Υπουργείου Πολιτισμού, οι οποίες κρίνονται με βάση τις διατάξεις του Ν. 2435/1996, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των περιπτώσεων β` και γ` της παραγράφου 4του άρθρου αυτού.
14. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού ρυθμίζεται το θέμα της αποζημίωσης των μελών, των εισηγητών και των γραμματέων της Επιτροπής της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, η οποία καταβάλλεται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων.
15. Η υποχρέωση υποβολής εκκαθαριστικού σημειώματος φόρου εισοδήματος κατά το νόμο αυτόν, συντρέχει και στην περίπτωση που ο δικαιούχος διαμένει στην αλλοδαπή. Στην περίπτωση αυτή, υποβάλλει το αντίστοιχο έγγραφο της χώρας διαμονής του.