απο το http://koubanezos.blogs.sportnet.gr/archives/384
Τη σήμερον ημέρα υπάρχει δημοσιογραφία και «δημοσιογραφία».
Στη δεύτερη ανήκουν όλα εκείνα τα μέσα (blogs, κατά κύριο λόγο) που κρύβονται πίσω από την ανωνυμία τους ξεσκίζοντας ανθρώπους και συνειδήσεις.
Όχι πως η δημοσιογραφία θα επιζήσει για πολύ ακόμη… Όχι ετσι όπως την κατάντησαν αρχικά οι εκδότες και έπειτα οι εργαζόμενοί τους, εξυπηρετώντας συμφέροντα και σκοπούς της εταιρείας. Πέρυσι τέτοιον καιρό δεν ήταν που σε εφημερίδα-κολοσσό δημοσιεύτηκε κατά λάθος σημείωση ιλατζή «ξανακοίτα το αυτό, είναι φίλοι μας»;
Άλλο ζήτημα αυτό και άλλο η «δημοσιογραφία», η παραδημοσιογραφία που ασκείται πλέον κατά κόρον. Ανοίγει κάποιος ένα blog και, με όπλο την ανωνυμία, βαράει κάργα.
Και δεν το κάνουν τίποτα παιδάκια που δεν έχουν τι να κάνουν… Το κάνουν δημοσιογράφοι και δη με χρόνια στον χώρο, ειδικά η άνοδος του troktiko και άλλων blog σε «χτυπήματα» συνέβαλλε ώστε να ξεφυτρώσουν δεκάδες, σφάζοντας με το νυστέρι τους «αντίπαλους».
Την ίδια λογική ακολουθούν πλέον και τα μεγάλα έντυπα… Εγραψε, π.χ., κάτι η τάδε που δεν μας άρεσε; «Ρεπορτάζ» με γυμνές φωτογραφίες της τάδε προ 20ετίας.
Sorry αλλά αυτό δεν είναι δημοσιογραφία. Είναι παραδημοσιογραφία. Ακόμη και για το Βατοπέδι (ως κορυφαίο σκάνδαλο, το παράδειγμα) ένα δημοσιογραφικό γκρουπ το έβγαλε και μέχρι να ακολουθήσουν τα άλλα είχε καλοκαιριάσει και ο Καραμανλής είχε ήδη αποφασίσει πρόωρες εκλογές, πηδώντας από το καράβι.
Όπως παραδημοσιογραφία είναι να κρύβεσαι πίσω από την ανωνυμία σου και να γράφεις, να κατηγορείς και να διαβάλεις άνευ αποδείξεων ή στοιχείων.
Πρόσφατο δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας «Suddeutsche Zeitung» (με ρεπορτάζ του Kai Stritmmater) τα έβαλε με τα ελληνικά ΜΜΕ. Το παραθέτω και τα συμπεράσματα δικά σας: «Ένας δημοσιογράφος είναι νεκρός. Πυροβολήθηκε στις αρχές της εβδομάδας στο διαμέρισμά του. Από αριστερούς εξτρεμιστές. Προφανώς λόγω των καταχωρίσεών στο troktiko.blogspot. Η δολοφονία του 37χρονου Σωκράτη Γκιόλια καταδικάζεται από όλους ως «επίθεση κατά της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας του Τύπου», ενώ εξαίρονται οι υπηρεσίες του για αποκάλυψη φαινομένων διαφθοράς και κακοδιαχείρισης, καθώς και η κριτική του στην αριστερή τρομοκρατία. Κάποιος αδαής θα σχημάτιζε την εντύπωση ότι τα ελληνικά ΜΜΕ είναι το τελευταίο προπύργιο ανδρειοσύνης και εντιμότητας. Η εντύπωση είναι λανθασμένη. Κατ’ αρχάς το ίδιο το troktiko.blogspot είναι αμφιλεγόμενο. Πέρα από αποκαλύψεις το blog έχει δημοσιεύσει και ανακρίβειες. Κυρίως, όμως, έγινε τόσο γνωστό λόγω των αποκαλύψεών του, επειδή κανένα άλλο ΜΜΕ στην Ελλάδα δεν έκανε αυτή τη δουλειά.
“Τα ελληνικά ΜΜΕ απέτυχαν”, δηλώνει ο Στέλιος Κούλογλου, ένας εκ των πιο γνωστών δημοσιογράφων της χώρας, και συμπληρώνει: “Τα ελληνικά ΜΜΕ δεν ανταποκρίθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες στο καθήκον τους για έλεγχο του κράτους και της εξουσίας”.
Το ίδιο πιστεύει και η Ρόη Παναγιωτοπούλου, Καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών: “Τα ΜΜΕ αποτελούν τμήμα του κατεστημένου. Συμμετείχαν στο παιχνίδι της διαφθοράς και συνέβαλαν στην καταστροφή του κοινωνικού ιστού της χώρας”. Ο κόσμος είναι εξοργισμένος με εμάς τους δημοσιογράφους, επειδή και εμείς συντελέσαμε στο να γίνει η Ελλάδα αυτό που είναι σήμερα. Έχουν δίκαιο. Θα έπρεπε να λογοδοτήσουμε». Το γεγονός ότι η χώρα βρίσκεται σήμερα στο χείλος του γκρεμού οφείλεται εν μέρει και στο ότι τα ελληνικά ΜΜΕ είναι συνεργοί στο βρώμικο παιχνίδι του παλιού συστήματος, εκτιμά η “Καθημερινή”.
Κατά το ίδιο ρεπορτάζ: “Το τοπίο των ελληνικών ΜΜΕ φαντάζει εκ πρώτης όψεως πολύ δυναμικό: 22 μεγάλες ημερήσιες και κυριακάτικες εφημερίδες με έδρα στην Αθήνα, 280 τοπικές εφημερίδες, δέκα τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας και άλλοι 135 στην περιφέρεια. Όλα αυτά για σχεδόν 11 εκ. κατοίκους. Η μιντιακή πυκνότητα στην Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη σε όλη την Ευρώπη. Εάν, όμως, κοιτάξει κανείς προσεχτικά, διαπιστώνει ότι σχεδόν κανένα μέσο δεν έχει κέρδος “Σχεδόν όλα δουλεύουν με ζημίες”, λέει η κοινωνιολόγος και επικοινωνιολόγος Παναγιωτοπούλου. Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό; Είναι δυνατόν, εάν οι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ έχουν κέρδη άλλης μορφής, όταν η εφημερίδα ή ο τηλεοπτικός σταθμός ασκεί πολιτική επιρροή και κάνει εκδουλεύσεις. Πόσα ανεξάρτητα ΜΜΕ υπάρχουν στην Ελλάδα; “Εργάζομαι εδώ επί δεκαετίες. Δεν έχω εντοπίσει ακόμη κανένα ανεξάρτητο ΜΜΕ”, ομολογεί η Ρόη Παναγιωτοπούλου. Τα ελληνικά ΜΜΕ απώλεσαν ήδη δύο φορές την αθωώτητά τους: Πρώτα αλώθηκαν από το κράτος και τα πολιτικά κόμματα και στη συνέχεια έπεσαν στα χέρια οικονομικών ομίλων. Εγκλωβισμένα μεταξύ δύο εξουσιών, πολιτικής και οικονομικής, στα ελληνικά ΜΜΕ δε δόθηκε ποτέ πραγματικά ευκαιρία άμυνας. Στο πλαίσιο αυτό ούτε η ΕΡΤ λειτούργησε ποτέ πραγματικά ως κρατικό – δημόσιο ΜΜΕ, τουλάχιστον όπως γίνεται αυτό αντιληπτό σε Γερμανία και Μεγάλη Βρετανία. Η ΕΡΤ υπήρξε από την αρχή φερέφωνο της εκάστοτε κυβέρνησης.
Τότε ήρθε το 1989 και άρχισε η εποχή της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης. Μία απόφαση στάθηκε μοιραία: Τα νέα μέσα «παραχωρήθηκαν» στους ιδιοκτήτες εντύπων μέσων. Το αποτέλεσμα ήταν να συσταθούν μονοπώλια, που δεν εξυπηρετούσαν εκδοτικά συμφέροντα. Οι περισσότεροι ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί στη χώρα ανήκουν σε εταιρίες, που δραστηριοποιούνται στους τομείς της ναυσιπλοϊας, των κατασκευών, των τηλεπικοινωνιών, στον φαρμακευτικό και στον πετρελαϊκό τομέα.
Η στενή αυτή διαπλοκή δεν αφήνει περιθώριο για έκφραση κριτικού πνεύματος. Η Ελλάδα είναι μικρή. “Όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους”, δηλώνει ο Τάσος Τέλλογλου. “Ακούγεται συχνά: Για τον τάδε δεν γράφω, είναι φίλος. Πρόκειται για ένα πρόβλημα κουλτούρας”.
Και καταλήγει το δημοσίευμα: “Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Στο σύστημα υπάρχει ένα λάθος, ένα ηθελημένο λάθος. Το ίδιο το κράτος μπορεί να ασκεί επιρροή με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Ένας τρόπος είναι να αναλαμβάνει την εξόφληση λογαριασμών τρίτων (όπως τις ασφαλιστικές εισφορές των εκδοτικών οίκων). 20 χρόνια μετά την εισαγωγή της ιδιωτικής τηλεορασης οι σταθμοί λειτουργούν ακόμη με προσωρινές άδειες. Και αυτό γίνεται σκόπιμα, πιστεύει ο επικοινωνιολόγος Δημήτρης Χαραλάμπης. «Με τον τρόπο αυτό κατοχυρώθηκε η εξάρτηση των ηλεκτρονικών ΜΜΕ από το εκάστοτε κυβερνών κόμμα», σημειώνει ο Καθηγητής Πολιτικών Επιστημών σε μία μελέτη του. Αυτή αποτελεί και τη βάση της ανταλλαγής εκδουλεύσεων, η οποία χαρακτηρίζει τόσο έντονα την ελληνική κοινωνία κατά τις τελευταίες δεκαετίες και την οδήγησε στην κατάρρευσή της. “Οι μεγάλοι όμιλοι, οι οποίοι αποκτούν μετοχές διαφόρων ΜΜΕ, το πράττουν για έναν και μόνο λόγο: Για να μπορούν να εκβιάζουν το κράτος, ώστε αυτό να τους δίνει τις συμβάσεις που θέλουν”, επισημαίνει η Ρόη Παναγιωτοπούλου. Πρόκειται για μία καλή επένδυση σε μία χώρα, στην οποία το κράτος είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής και ένα μεγάλο τμήμα της οικονομίας εξαρτάται από τον κρατικό κορβανά. “Καμία από τις δύο πλευρές δεν επιθυμούσε ποτέ πραγματικά την έρευνα και την κριτική στα φαινόμενα διαφθοράς”, τονίζει ο Στέλιος Κούλογλου, και συμπληρώνει: “Για το λόγο αυτό τα ελληνικά ΜΜΕ δεν αποκάλυψαν ποτέ κανένα μεγάλο σκάνδαλο. Πάντα εισάγαμε τις αποκαλύψεις από το εξωτερικό, όπως συνέβη και στην περίπτωση του σκανδάλου διαφθοράς στη Siemens”.
“«Γνωρίζω δημοσιογράφους, οι οποίοι έχουν κάνει πολύ χειρότερα πράγματα από ορισμένους εκδότες”, παραδέχεται ο Τέλλογλου και κάνει λόγο για διαφθορά και αυτολογοκρισία.
Στις συντακτικές ομάδες των μεγάλων εφημερίδων και σταθμών υπάρχουν σήμερα πολλοί δημοσιογράφοι, οι οποίοι έχουν και δεύτερη απασχόληση: Μισθοδοτούνται από τράπεζες, επιχειρήσεις ή από Υπουργεία. Δεν είναι λίγοι, αλλά εκατοντάδες. Και κανείς δεν γνωρίζει ποιοί είναι αυτοί. Λίστες υπάρχουν, αλλά είναι μυστικές.
Πολλοί δημοσιογράφοι δικαιολογούν τη δεύτερη απασχόληση με το επιχείρημα των χαμηλών τους αποδοχών. “Και ένας αστυνομικός βγάζει μόνο 1.000 Ευρώ το μήνα. Να τον βάλουμε να δουλέψει και σαν «σεκιουριτά;”. Όσον αφορά τις απεργίες των δημοσιογράφων, αυτές δεν γίνονται ποτέ για τη διεκδίκηση μεγαλύτερης ελευθερίας της γνώμης, αλλά μόνο για περισσότερα χρήματα, επισημαίνει ο Κούλογλου.
Το κύρος του ελληνικού Τύπου είναι ουσιαστικά ανύπαρκτο. Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις της Διεθνούς Διαφάνειας, οι Έλληνες θεωρούν τα ΜΜΕ εξίσου διεφθαρμένα με τα κόμματα. Οι εφημερίδες, αν και έχουν και αυτές πρόβλημα αξιοπιστίας, δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να εξισωθούν με τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Οι πιο έγκυρες εφημερίδες της Ελλάδας θεωρούνται η Καθημερινή, Τα Νέα και Το Βήμα.
Η τελευταία προκάλεσε πολλά σχόλια, όταν σε κυριακάτικη έκδοσή της αναφέρθηκε με λεπτομέρειες και σε επίπεδο δηλωσεων σε μία επίσκεψη του Τούρκου Πρωθυπουργού, Recep Tayyip Erdogan, στην Αθήνα. Μόνο που η επίσκεψη αυτή δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, αλλά ανεβλήθη κατά απροσδόκητο τρόπο.
Η εφημερίδα είχε καλύψει την επίσκεψη, ασχέτως αποτελέσματος, προτού αυτή πραγματοποιηθεί. Ποιός συνεχίζει να αγοράζει μία τέτοια εφημερίδα; “Οι κυριακάτικες εφημερίδες δεν πωλούν πια τα δημοσιεύματά τους, αλλά τα DVDs, τα οποία κυκλοφορούν μαζί με αυτές ως δώρο”, παρατηρεί ο Κούλογλου. Καμία φορά και τσάντες. Ή αρκουδάκια».
Koubanezos